Την ένταξη, σε συνολική ρύθμιση, όλων των ληξιπροθέσμων οφειλών που έχουν τα ελληνικά νοικοκυριά στις τράπεζες, στην εφορία και στα ασφαλιστικά ταμεία, πρότεινε στον αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος Κωνσταντίνος Κόλλιας και τα μέλη του προεδρείου.
Την ένταξη, σε συνολική ρύθμιση, όλων των ληξιπροθέσμων οφειλών που έχουν τα ελληνικά νοικοκυριά στις τράπεζες, στην εφορία και στα ασφαλιστικά ταμεία, πρότεινε στον αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος Κωνσταντίνος Κόλλιας και τα μέλη του προεδρείου.
Σύμφωνα με το Οικονομικό Επιμελητήριο, εάν δεν υπάρξει μια ενιαία ρύθμιση για όλες αυτές τις όφειλες, ανεξάρτητα από το που προέρχονται, είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι ο κάθε οφειλέτης θα προβεί σε ρύθμιση μεμονωμένα της μιας του οφειλής.
Η πρόταση περιλαμβάνει ενιαία ρύθμιση σε μεγάλο αριθμό δόσεων με διαγραφή σημαντικού μέρους των προσαυξήσεων και των τόκων υπερημερίας. Ο αριθμός και το ύψος των δόσεων προτείνεται να καθορίζεται από την περιουσιακή κατάσταση, το ύψος των εισοδημάτων, αλλά και την οικογενειακή κατάσταση των οφειλετών.
Σε ό,τι αφορά τα στεγαστικά δάνεια, προτείνεται προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς, σύμφωνα με τα ισχύοντα όρια του Νόμου Κατσέλη, με το Επιμελητήριο να αντιτίθεται σε πώληση τέτοιου είδους δανείων σε ξένα funds. Ρυθμιστής και εποπτική αρχή της όλης διαδικασίας προτείνεται να είναι η Τράπεζα της Ελλάδος.
Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι ο δανειολήπτης έχει καταθέσεις ή άλλη περιουσία επαρκή, για να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις του, τότε θα πρέπει αυτή να χρησιμοποιείται για την αποπληρωμή του χρέους του.
Παράλληλα, σε περίπτωση που το εμπράγματο δικαίωμα (σε πρώτη κατοικία) οδεύει αναπόφευκτα σε πλειστηριασμό, με την είσπραξη του προϊόντος του πλειστηριασμού, να παύει κάθε απαίτηση της τράπεζας από τον οφειλέτη και τους εγγυητές, με διαγραφή του υπολειπόμενου ποσού.
Επιπλέον, από το Οικονομικό Επιμελητήριο χαρακτηρίζεται «απαράδεκτο» η αρχική τιμή του πλειστηριασμού του ακινήτου να ορίζεται με βάση την εμπορική αξία του ακινήτου, όπως αυτή εκτιμάται από τις τράπεζες, την ίδια στιγμή που ο υπολογισμός του ΕΝΦΙΑ γίνεται με βάση τις αντικειμενικές αξίες του 2007.
Για τα επιχειρηματικά δάνεια, το Επιμελητήριο προτείνει επεξεργασία όλων των διαφορετικών περιπτώσεων από τις τράπεζες. Η παρουσία των funds, σημειώνεται, μπορεί να βοηθήσει στον απεγκλωβισμό των επιχειρήσεων, για τις οποίες κρίνεται ότι είναι βιώσιμες, μετά τη ρύθμιση και την αναδιάρθρωση, μέσω των κεφαλαίων, που θα βάλουν.
Στόχος σύμφωνα με το επιμελητήριο πρέπει να είναι να δοθεί η δυνατότητα στις βιώσιμες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας να ρυθμίζουν τα δάνειά τους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην απειλείται η συνέχιση των δραστηριοτήτων τους επ' ωφελεία της διατήρησης των θέσεων εργασίας και της ανάτασης του παραγωγικού δυναμικού της χώρας.
Σε κάθε περίπτωση, συνεχίζει το Επιμελητήριο, πρέπει να εξασφαλιστεί η δυνατότητα στους υφιστάμενους μετόχους, εφόσον το επιθυμούν και έχουν τα απαιτούμενα κεφάλαια, να επενδύσουν και να αναδιαρθρώσουν την επιχείρησή τους.
Τέλος, υπογραμμίζεται ότι θα πρέπει να βρεθεί τρόπος επιβράβευσης των συνεπών δανειοληπτών, μέσω της παροχής κινήτρων, ώστε να συνεχίσουν να ανταποκρίνονται με συνέπεια στις υποχρεώσεις τους.