Στα 421 εκατ. ευρώ ανήλθαν τα κέρδη προ προβλέψεων του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας στο δεύτερο τρίμηνο, αυξημένα κατά 18% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, παρά την περαιτέρω δυσμενή πορεία της συναλλαγματικής ισοτιμίας της τουρκικής λίρας.
Στα 421 εκατ. ευρώ ανήλθαν τα κέρδη προ προβλέψεων του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας στο δεύτερο τρίμηνο, αυξημένα κατά 18% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, παρά την περαιτέρω δυσμενή πορεία της συναλλαγματικής ισοτιμίας της τουρκικής λίρας.
Σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η τράπεζα, το περιθώριο κερδών προ προβλέψεων διαμορφώθηκε στις 269 μ.β.
Τα καθαρά έσοδα του Ομίλου από τόκους διαμορφώθηκαν στα 750 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας πτώση μόλις 3,7% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, παρά την αυξημένη εξάρτηση των εγχώριων δραστηριοτήτων από τον μηχανισμό ELA και την περαιτέρω υποτίμηση της τουρκικής λίρας κατά το δεύτερο τρίμηνο.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους στην Τουρκία ενισχύθηκαν σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 8,3% σε όρους τουρκικής λίρας (2,2% σε όρους ευρώ).
Τα συνολικά έσοδα του Ομίλου ενισχυμένα από τα αποτελέσματα χρηματοοικονομικών πράξεων ανήλθαν σε 972 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 10,3% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Στην ανακοίνωση της ΕΤΕ σημειώνεται πως τα λειτουργικά έξοδα του Ομίλου ανήλθαν σε 552 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 5,2% έναντι του προηγούμενου τριμήνου, με τον δείκτη αποτελεσματικότητας (δαπάνες προς έσοδα) να διαμορφώνεται στο 57%. Στην Ελλάδα, τα λειτουργικά έξοδα ανήλθαν σε 256 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας άνοδο 1,7% σε τριμηνιαία βάση, ενώ οι δαπάνες προσωπικού μειώθηκαν κατά 0,7% σε σχέση με το προηγούμενο.
Ο ρυθμός δημιουργίας νέων δανείων σε καθυστέρηση 90+ ημερών σε επίπεδο Ομίλου σημείωσε σημαντική μείωση στα 133 εκατ. κατά το δεύτερο τρίμηνο έναντι 477 εκατ. ευρώ κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους.
Στην Ελλάδα, ο ρυθμός δημιουργίας νέων δανείων σε καθυστέρηση 90+ ημερών διαμορφώθηκε στα 41 εκατ. ευρώ έναντι 336 εκατ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο, ως αποτέλεσμα των μέτρων αναδιάρθρωσης που αρχίζουν να αποδίδουν.
Σε επίπεδο Ομίλου, ο δείκτης καθυστερήσεων 90+ διαμορφώθηκε στο 24,6% από 24,3% το πρώτο τρίμηνο. Στην Ελλάδα, τα ληξιπρόθεσμα δάνεια άνω των 90 ημερών παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητα σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, στο 32,1% από 32,0%, ως αποτέλεσμα της συγκράτησης των επισφαλειών στον τομέα της λιανικής τραπεζικής.